αυγιτικός

αυγιτικός
-ή, -ό
(για πετρώματα) αυτός που περιέχει αυγίτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αυγίτης. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στον Κωνσταντίνο Μητσόπουλο (πρβλ. αγγλ. augitic)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • πορφυρίτης — Εκρηξιγενές πέτρωμα, που προέρχεται κυρίως από διοριτικά μάγματα. Ως προς τον ιστό, ισχύει ό,τι και στους πορφύρες, από τους οποίους οι π. διαφέρουν βασικά κατά το ότι στους πορφύρες επικρατούν οι καλιούχοι άστριοι, ενώ στους π. τα πλαγιόκλαστα.… …   Dictionary of Greek

  • γρανίτης — Όξινο εκρηξιγενές πέτρωμα. Τα κύρια ορυκτολογικά συστατικά του είναι οι αλκαλιούχοι άστριοι (ορθόκλαστο ή μικροκλινής συνήθως), ο χαλαζίας, με συμμετοχή μικρότερης ποσότητας μαρμαρυγία (μοσχοβίτη ή βιοτίτη ή και των δύο μαζί), αμφίβολοι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”